ἀναφώνημα

ἀναφώνημα
ἀναφώνημα
acclamation
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αναφώνημα — ἀναφώνημα, το (AM) αρχ. χαιρετισμός, επευφημία μσν. το τραγούδι …   Dictionary of Greek

  • αναφώνηση — αναφώνηση, η και αναφώνημα, το δυνατή φωνή από πόνο, φόβο, έκπληξη κτλ.: Άκουσε την αναφώνηση κι έτρεξε να δει τι συμβαίνει …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • АНАФОНИМА — [греч. ἀναφώνημα, букв. возглашениe], прием визант. калофонического пения, применявшийся при антифонном исполнении мелизматических обработок псалмовых стихов, гл. обр. праздничного полиелея и непорочных (Пс 118), и заключавшийся во вставке одним… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”